Το συγκεκριμένο υπερηχογράφημα πραγματοποιείται μεταξύ της 32ης και της 34ης εβδομάδας κύησης, ωστόσο μπορεί να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε στιγμή μετά τις 24 εβδομάδες, ανάλογα με την περίπτωση και τις εκάστοτε ενδείξεις.
Ο πρωταρχικός σκοπός του υπερηχογραφήματος είναι:
-
Έλεγχος της ροής του αίματος στα αγγεία του πλακούντα και του εμβρύου.
-
Έλεγχος του ρυθμού ανάπτυξης του εμβρύου και προσδιορισμός του βάρους του.
-
Εκτίμηση της ποσότητας του αμνιακού υγρού.
-
Έλεγχος της θέσης και του βαθμού ωρίμανσης του πλακούντα.
-
Εκτίμηση των κινήσεων του εμβρύου.
Στις περιπτώσεις εκείνες που παρατηρούνται αυξημένες αντιστάσεις (προβληματική ροή) στα αγγεία που ελέγχουμε, περιορισμένη ανάπτυξη του εμβρύου ή/και περιορισμένη ποσότητα αμνιακού υγρού, η συγκεκριμένη εξέταση θα μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες για την κατάσταση του εμβρύου τη δεδομένη χρονική στιγμή και θα μας βοηθήσει να καθορίσουμε τη συχνότητα παρακολούθησης της εγκυμοσύνης μέχρι τη γέννησή του.
Κατά τη διάρκεια του υπερηχογραφήματος Doppler πραγματοποιείται επίσης:
-
Επανέλεγχος της ανατομίας του εμβρύου. Κάποιες ανατομικές ανωμαλίες είναι δυνατόν είτε να εμφανιστούν είτε να γίνουν ορατές κατά το 3ο τρίμηνο και μετά το χρόνο διενέργειας της εξέτασης β’ επιπέδου.
-
Προσδιορισμός του κινδύνου προεκλαμψίας μέσω ελέγχου της ροής στα μητριαία αγγεία της μητέρας.
-
Έλεγχος του τραχήλου της μήτρας εφόσον υπάρχουν πρόωρες συσπάσεις ή άλλες ενδείξεις.
Το συγκεκριμένο υπερηχογράφημα πρέπει να προσφέρεται σε όλες τις μέλλουσες μητέρες.
Σε περίπτωση που το έμβρυο έχει την κατάλληλη θέση, γίνεται απεικόνισή του με την μέθοδο της τρισδιάστατης (3D) και τετραδιάστατης (4D) υπερηχογραφίας.